- πάταξα
- πατάσσωbeataor ind act 1st sg (homeric ionic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
'πάταξα — ἐπάταξα , πατάσσω beat aor ind act 1st sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πατάσσω — πάταξα, πατάχτηκα 1. χτυπώ, τιμωρώ αυστηρά: Να παταχτεί κάθε αταξία. 2. νικώ, εξοντώνω, καταστέλλω: Πατάχτηκε η ζωοκλοπή … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
πατάξας — πατάξᾱς , πατάσσω beat aor part act masc nom/voc sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πατάξασα — πατάξᾱσα , πατάσσω beat aor part act fem nom/voc sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πατάξασαν — πατάξᾱσαν , πατάσσω beat aor part act fem acc sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πατάσσω — πατάσσω, πάταξα βλ. πίν. 27 … Τα ρήματα της νέας ελληνικής